Λεμφώματα

Οι λεμφαδένες είναι μικρές, σε μέγεθος φακής, αθροίσεις λεμφοκυττάρων και άλλων στοιχείων του ανοσοποιητικού συστήματος. Βρίσκονται τόσο εξωτερικά, στο λαιμό, τις μασχάλες και τους βουβώνες μας, όσο και εσωτερικά στο σώμα. Μαζί με το σπλήνα, το μυελό των οστών και το θύμο αδένα αποτελούν τους πυλώνες του ανοσοποιητικού συστήματος. Τα λεμφοκύτταρα είναι τα βασικά κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, που παράγουν αντισώματα (κάποια από αυτά) και χρειάζονται για την άμυνα έναντι των λοιμώξεων, αλλά και για την καταπολέμηση καρκινικών κυττάρων.

Το λέμφωμα είναι μια μορφή καρκίνου του λεμφικού συστήματος που εμφανίζεται όταν τα λεμφοκύτταρα, πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα. Συνήθως τα λεμφώματα εντοπίζονται σε λεμφαδένες, αλλά και στο σπλήνα, στο μυελό των οστών ή και σε άλλα όργανα όπως το δέρμα, ο εγκέφαλος, οι αμυγδαλές. Μπορούν να εμφανιστούν σε οποιαδήποτε ηλικία και μάλιστα αποτελούν το συχνότερο είδος καρκίνου σε εφήβους και νεαρούς ενήλικες.

Υπάρχουν δύο κύριες κατηγορίες λεμφωμάτων:

Και οι δυο κατηγορίες λεμφωμάτων είναι σε μεγάλο βαθμό ιάσιμες. Τα non-Hodgkin λεμφώματα έχουν πάνω από 60 υποκατηγορίες, οι οποίες έχουν διαφορετικού είδους θεραπεία. Γενικότερα διακρίνονται σε Β- και Τ- λεμφώματα ανάλογα με το είδος του λεμφοκυττάρου. Επίσης, ανάλογα με την ταχύτητα ανάπτυξής τους διαιρούνται και σε χαμηλής κακοήθειας/βραδείας εξέλιξης και υψηλής κακοήθειας/ επιθετικά,  χωρίς πάντως αυτοί οι όροι να μεταφράζονται σε επιβίωση, αφού πολλά από τα υψηλής κακοήθειας λεμφώματα είναι πλήρως ιάσιμα.

  • Μπορεί ο ασθενής ή ο γιατρός να παρατηρήσει μια διόγκωση σε κάποια εξωτερική περιοχή του σώματος στην οποία υπάρχουν λεμφαδένες όπως στο λαιμό, στις μασχάλες, στους βουβώνες
  • Ανεξήγητη απώλεια βάρους και κόπωση
  • Πυρετός ή και χαμηλό πυρέτιο που κρατάει πολλές ημέρες και δεν υποχωρεί με αντιβίωση
  • Νυχτερινοί ιδρώτες
  • Γενικευμένος κνησμός (φαγούρα)
  • Συμπτώματα από το συγκεκριμένο σημείο όπου αναπτύχθηκε το λέμφωμα πχ βήχας αν πρόκειται για λεμφαδένες του θώρακα.

Το λέμφωμα μπορεί να συμβεί σε οποιοδήποτε άτομο, οποιοσδήποτε ηλικίας και φύλου. Ωστόσο ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος σε:

  • Άνδρες
  • Ηλικίες άνω των 60 ετών για τα non Hodgkin
  • Ηλικίες μεταξύ 15-40 και άνω των 50 για Hodgkin
  • Άτομα που λαμβάνουν ανοσοκατασταλτικά φάρμακα
  • Άτομα που πάσχουν από ρευματοειδή αρθρίτιδα και άλλα ρευματικά νοσήματα
  • Προσβολή από ιούς όπως ο Epstein-Barr, o HIV, ο ιός της ηπατιτιδος C και βακτηρίδια όπως το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού
  • Έκθεση σε καρκινογόνα όπως φυτοφάρμακα, βενζένιο
  • Έκθεση σε ακτινοβολία πχ άτομα που έχουν λάβει στο παρελθόν ακτινοθεραπεία λόγω καρκίνου
  • Άτομα που έχουν οικογενειακό ιστορικό λεμφώματος σε στενό συγγενή

Συχνά ακούμε από ασθενείς τη φράση: γιατί εγώ? Τι συνέβη, από πού με βρήκε αυτό? Ό άνθρωπος πάντα ψάχνει μια αιτία γιατί αισθάνεται ότι έχει τον έλεγχο δίνοντας μια λογική ερμηνεία. Ωστόσο, στην πλειονότητα των περιπτώσεων το γιατί αυτό δεν έχει μια απλή απάντηση και οι λόγοι για τους οποίους αναπτύσσεται ένα λέμφωμα είναι συνδυασμός γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων, στους οποίους η τροποποίηση της συμπεριφοράς μας δεν έχει μεγάλη επίδραση. Φυσικά, καλό είναι να είμαστε ενημερωμένοι και να μην αμελούμε προληπτικό ετήσιο έλεγχο αφού και από μια απλή γενική αίματος και μια κλινική εξέταση μπορεί να ανακαλυφθεί ένα λέμφωμα. Καλό είναι επίσης να «ακούμε» το σώμα μας, για παράδειγμα συμπτώματα από το στομάχι που οδήγησαν σε γαστροσκόπηση μπορεί να αποκαλύψουν ελικοβακτηριδιο του πυλωρού, το οποίο θεραπεύεται εύκολα, διαφορετικά μας βάζει σε κίνδυνο για γαστρικό λέμφωμα.

Το «γιατί» αυτό είναι βέβαια και η κινητήριος δύναμη στην επιστήμη που αναζήτα τα αίτια της λεμφωματογένεσης, αλλά η απάντηση βρίσκεται σε μοριακά μονοπάτια, πολλά από τα οποία είναι ήδη γνωστά από την έρευνα και κατευθύνουν την ανάπτυξη νέων φαρμάκων.

Οι λεμφαδένες μεγαλώνουν, «πρήζονται», για διάφορες αιτίες, πιο συχνά λοιμώξεις. Άλλες αιτίες είναι οι κακώσεις, τα αυτοάνοσα, χρόνιες φλεγμονές, ο καρκίνος και τα λεμφώματα. Κοντά στο σημείο όπου υπάρχει το πρόβλημα εμφανίζεται και η λεμφαδενοπάθεια για παράδειγμα πίσω από το λοβό του αυτιού ή κάτω από το σαγόνι σε αμυγδαλίτιδες ή αποστήματα δοντιών. Μπορεί να υπάρχει και πόνος ή όχι. Μπορεί να ξεπρηστούν σταδιακά μόνοι τους ή με αντιβίωση. Αν δε συμβεί αυτό και παραμένουν για πολύ καιρό, χρειάζεται έλεγχος. Το ίδιο και αν το σημείο είναι ασυνήθιστο για παράδειγμα λεμφαδένες στη μασχάλη χρειάζονται περισσότερη προσοχή σε σχέση με το λαιμό. Εκτός από τους επιφανειακούς λεμφαδένες, μπορεί να φανεί μια διόγκωση σε άλλα σημεία, όπως μέσα στο θώρακα, η οποία βέβαια γίνεται αντιληπτή μόνο με ακτινογραφία ή αξονική τομογραφία.

Μπορεί να χρειαστεί βιοψία λεμφαδένα όταν:

  • Η διόγκωση του λεμφαδένα είναι αρκετά μεγάλη
  • Επιμένει για πάνω από 6 εβδομάδες
  • Μεγαλώνει ή εξαπλώνεται και σε άλλες περιοχές
  • Δεν υπάρχει εμφανής αιτία, πχ λοίμωξη
  • Ταυτόχρονα υπάρχει απώλεια βάρους, συνεχιζόμενος πυρετός ή νυχτερινές εφιδρώσεις

Η βιοψία γίνεται από χειρουργό με μια μικρή τομή όταν ο λεμφαδένας είναι επιφανειακός και δεν χρειάζεται νοσηλεία. Μπορεί να χρειαστεί καθοδήγηση με υπερήχους. Αν ο λεμφαδένας είναι βαθειά, δηλαδή αν βρέθηκε σε κάποια αξονική ή μαγνητική τομογραφία τότε η βιοψία γίνεται είτε από επεμβατικό ακτινολόγο (με καθοδήγηση αξονικής τομογραφίας, χωρίς γενική αναισθησία) ή αν αυτό δεν είναι δυνατό, γίνεται χειρουργικά είτε ανοικτά είτε λαπαροσκοπικά.  Το δείγμα αποστέλλεται σε παθολογοανατομικό εργαστήριο για ιστολογική εξέταση. Η μέθοδος δεν έχει ιδιαίτερες επιπλοκές, εκτός από την πιθανότητα μικρού αιματώματος και φλεγμονής που ενίοτε χρειάζεται προληπτικά λήψη αντιβίωσης. Θα πρέπει να διακόψετε τυχόν αντιπηκτικά φάρμακα προ της βιοψίας.

Η βιοψία δια λεπτής βελόνης (FNA) δίνει ένα πολύ μικρό δείγμα για εξέταση από κυτταρολόγο και συνήθως δεν επαρκεί για τη διάγνωση λεμφώματος, μπορεί όμως να προηγηθεί της εγχειρητικής βιοψίας, ιδίως αν υπάρχει δυνατότητα ανάλυσης του δείγματος με κυτταρομετρία ροής.

Ο αιματολόγος θα προχωρήσει στη σταδιοποίηση του λεμφώματος. Αυτό γίνεται με:

  • Την κλινική εξέταση
  • Ολοσωματική αξονική τομογραφία ή μαγνητική σε κάποιες περιπτώσεις
  • Εξειδικευμένο εργαστηριακό έλεγχο
  • Μυελόγραμμα και οστεομυελικη βιοψια
  • Μερικές φορές PET-CT scan
  • Σπάνια άλλες εξετάσεις πχ ενδοσκόπηση αν υπάρχει υποψία προσβολής του πεπτικού συστήματος, οσφυονωτιαία παρακέντηση σε υποψία προσβολής του κεντρικού νευρικού συστήματος

Με τις εξετάσεις αυτές καθορίζεται το στάδιο του λεμφώματος καθώς και η πρόγνωση. Η πρόγνωση είναι ένα στατιστικό μέγεθος προβλεψης της ανταπόκρισης στη θεραπεία το οποίο προκύπτει από ένα σύστημα βαθμολόγησης διαφόρων στοιχείων (πχ εντοπιση του λεμφωματος, LDH κλπ) αλλά και από πληροφορίες που δίνει η ιστολογικη εξέταση (βιοψια). Τα στοιχεία αυτά προέρχονται από μελέτες επιβίωσης που γίνονται σε μεγάλο αριθμό ασθενών.

Τα λεμφώματα έχουν 4 στάδια (Ι-ΙV), από την πιο εντοπισμένη νόσο στην πιο εκτεταμένη.

Το λέμφωμα είναι είδος καρκίνου του λεμφικού συστήματος. Τα περισσότερα είναι ιάσιμα.

Τα είδη της θεραπείας ποικίλουν από χημειοθεραπεία, ανοσο-χημειοθεραπεία, βιολογική θεραπεία, ακτινοθεραπεία έως και αυτόλογη μεταμόσχευση αιμοποιητικών κυττάρων, η οποία έχει κυρίως θέση σε υποτροπές. Υπάρχουν και περιπτώσεις περιορισμένων, χαμηλής κακοήθειας λεμφωμάτων στα οποία η θεραπεία δεν αρχίζει αμέσως, αλλά μετατίθεται, μετά από περίοδο παρακολούθησης, για μελλοντική χρονική στιγμή ανάλογα με ορισμένα κριτήρια.

Η χημειοθεραπεία συνήθως δεν απαιτεί εισαγωγή σε Νοσοκομείο και γίνεται στα λεγόμενα τμήματα βραχείας νοσηλείας/χημειοθεραπείας.  Χορηγείται σε επαναλήψεις που λέγονται κύκλοι. Ο αριθμός των κύκλων καθορίζεται από την αρχή της θεραπείας και συχνά καθορίζεται τότε το αν θα χρειαστεί συμπληρωματική ακτινοθεραπεία.

Χειρουργική εκτομή δεν έχει θέση στην αντιμετώπιση των λεμφωμάτων, εκτός από τις περιπτώσεις επιπλοκών πχ απόφραξης εντέρου από μία μάζα, που είναι πολύ σπάνιες.

Οι παρενέργειες ποικίλουν ανάλογα με το είδος της θεραπείας. Λαμβάνονται μέτρα για την ελαχιστοποίηση των παρενεργειών πχ αντι-εμετικά φάρμακα, αυξητικοί παράγοντες για την αντιμετώπιση της αναιμίας ή της πτώσης των λευκών αιμοσφαιρίων, φάρμακα για την αποτροπή της αύξησης του ουρικού οξέος, αντι-ισταμινικα για πρόληψη αλλεργίας, αντιπηκτικά με ορισμένες θεραπείες για πρόληψη θρόμβωσης. Ο γιατρός θα σας συνταγογραφήσει ό,τι χρειάζεται μετά το τέλος της κάθε χημειοθεραπείας και θα σας δώσει οδηγίες για την επόμενη θεραπεία, η οποία μπορεί να επαναλαμβάνεται ανά 2, 3 ή 4 εβδομάδες. Ορισμένες νεότερες, βιολογικές θεραπείες περιλαμβάνουν μόνο φάρμακα από του στόματος και όχι ενδοφλέβια, οπότε η θεραπεία γίνεται κατ’ οίκον με συχνή παρακολούθηση.

Συχνότερες παρενέργειες

  • Ναυτία
  • Κόπωση
  • Αύξηση ουρικού οξέος
  • Διάρροια
  • Πυρετός
  • Τριχόπτωση
  • Παρενέργειες από τη χρήση κορτιζόνης πχ αύξηση σακχάρου, οστεοπόρωση σε μακροχρόνια χορήγηση
  • Περιφερική νευροπάθεια με ορισμένα φάρμακα με αίσθημα μουδιάσματος ή πόνου σε χέρια ή πόδια
  • Αλλεργική αντίδραση με ανοσοθεραπεία
  • Πτώση της άμυνας του οργανισμού με αποτέλεσμα λοίμωξη
  • Αυξημένη πιθανότητα θρόμβωσης
  • Υπογονιμότητα/διαταραχές εμμήνου ρύσεως:

Γυναίκες: ο κίνδυνος μόνιμης αμηνόρροιας μετά από χημειοθεραπεία για λέμφωμα Hodgkin’s και λευχαιμία είναι κάτω από 20%. Υπάρχει βέβαια κίνδυνος υπογονιμότητας ο οποίος όμως δε μπορεί να προβλεφθεί επακριβώς. Υπάρχουν τεχνικές διατήρησης ωαρίων (κρυοσυντήρηση) ή εμβρύων με εξωσωματική γονιμοποίηση, αλλά συχνά δεν υπάρχει χρόνος για να εφαρμοστούν, αφού προέχει η θεραπεία. Πολύ μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος υπογονιμότητας σε περίπτωση ακτινοβολίας στην πύελο καθώς και μετά από μεταμόσχευση μυελού.

Άνδρες: αν η χημειοθεραπεία/ακτινοβολία δεν είναι επείγουσα, τότε μπορεί να γίνει κρυοσυντήρηση σε τράπεζα σπέρματος. Ωστόσο έχει βρεθεί ότι έχουν υψηλότερα ποσοστά ολιγοσπερμίας ακόμα και πριν από την έναρξη της θεραπείας, δηλαδή χαμηλή επιτυχία της κατάψυξης σπέρματος. Η ανδρική γονιμότητα επανέρχεται σε μεγάλο βαθμό μετά τη θεραπεία και ο γιατρός θα συζητήσει μαζί σας για το χρονικό διάστημα που θα πρέπει να περιμένετε μετά τη λήξη της θεραπείας. Όπως και στις γυναίκες, η γονιμότητα επηρεάζεται περισσότερο σε περίπτωση ακτινοβολίας στην πύελο και μετά από μεταμόσχευση μυελού.

Το λέμφωμα τύπου Hodgkin’s είναι ένα από τα πλέον ιάσιμα είδη καρκίνου εφόσον αντιμετωπιστεί σε πρώιμο στάδιο με ποσοστά ίασης 87-93%. Για τα non-Hodgkin λεμφώματα, τα ποσοστά ποικίλουν ανάλογα με τον τύπο. Ο πιο συχνός τύπος που είναι τα υψηλής κακοήθειας Β λεμφώματα έχει 5-ετή επιβίωση 55-72% ανάλογα με το στάδιο. Τα ποσοστά αυτά είναι απλώς μια στατιστική εκτίμηση και δε προβλέπουν φυσικά πόσο θα ζήσει ένας συγκεκριμένος ασθενής, αφού ακόμα και το ίδιο ακριβώς είδος λεμφώματος παρουσιάζει βιολογική ετερογένεια, ενώ μεγάλη σημασία έχει και η γενική υγεία τους ασθενούς.

Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν την «πρόγνωση», πρακτικά δηλαδή την επιβίωση και τέτοιοι είναι:

  • Η ηλικία (<60 καλύτερα αποτελέσματα)
  • Το στάδιο
  • Η μη επέκταση του λεμφώματος εκτός των λεμφαδένων ή η περιορισμένη εντόπιση σε μια μόνο περιοχή εκτός λεμφαδένων
  • Η γενική κατάσταση υγείας
  • Τα επίπεδα της LDH του ορού (καλύτερη πρόγνωση αν είναι φυσιολογικά)

Η τριχόπτωση εμφανίζεται με κάποιες από τις θεραπείες, μπορεί να μην είναι έντονη και είναι παροδική, δηλ τα μαλλιά γρήγορα ξαναβγαίνουν.

Πέρα από τις διαφορές τους σε επίπεδο βιολογίας, δηλαδή διαφορετικό είδος κυττάρου προέλευσης, οι 2 κατηγορίες λεμφωμάτων έχουν πολλές άλλες διαφορές:

  • Τα non Hodgkin είναι πιο συχνά
  • Οι περισσότεροι ασθενείς με non Hodgkin είναι άνω των 55, ενώ στα Hodgkin η μέση ηλικία είναι τα 39
  • Τα non Hodgkin εμφανίζονται οπουδήποτε στο σώμα ενώ τα Hodgkin λεμφώματα συνηθέστερα στο άνω τμήμα του σώματος δηλαδή λαιμό, θώρακα, μασχάλες
  • Τα Hodgkin συνήθως διαγιγνώσκονται σε πρώιμο στάδιο και θεωρούνται ένας από τους πλέον «εύκολους» στην ίαση καρκίνους. Αντίθετα, τα non Hodgkin συνήθως είναι πιο προχωρημένα στη διάγνωση

Η θεραπεία εξαρτάται από τον τύπο και το στάδιο του λεμφώματος, καθώς και τη γενική κατάσταση της υγείας και την ηλικία.

Αδρά θα μπορούσαμε να διακρίνουμε τις εξής περιπτώσεις : χαμηλής κακοήθειας με περιορισμένη εντόπιση (στάδιο), χαμηλής κακοήθειας με προχωρημένη νόσο, υψηλής κακοήθειας με περιορισμένη εντόπιση και υψηλής κακοήθειας με προχωρημένη νόσο.

Κύριοι τύποι θεραπείας:

  • χημειοθεραπεία
  • ανοσοθεραπεία
  • στοχευμένη θεραπεία
  • ακτινοβολία
  • αυτολογη μεταμόσχευση μυελού των οστών και CAR T-cell θεραπεία (κυρίως σε υποτροπές).

Χημειοθεραπεία: τα τελευταία χρόνια πολλά νέα φάρμακα δοκιμάζονται σε κλινικές δοκιμές, κάποια από τα οποία χρησιμοποιούνται με μεγάλη επιτυχία όπως η μπενταμουστινη.

Ανοσοθεραπεία: μονοκλωνικά αντισώματα που στοχεύουν σε αντιγόνα των λεμφοκυττάρων του όγκου. Αποτελούν εδώ και πολλά χρόνια αναπόσπαστο τμήμα της άνοσο-χημειοθεραπείας των λεμφωμάτων. Ένα ευρέως χρησιμοποιούμενο τέτοιο είναι το rituximab, μονοκλωνικό έναντι του αντιγόνου CD20 των Β λεμφοκυττάρων. Η έρευνα μας έχει δώσει και καινούργιους παράγοντες όπως τα συζευγμένα αντισώματα στα οποια ένα φάρμακο-ανοσοτοξινη προσδένεται στο μόριο του μονοκλωνικου αντισώματος και “δολοφονεί” εκλεκτικά τα κακοήθη κύτταρα, καθώς και τα αντισωματα διπλής ειδικότητας (δι-ειδικά) που ενεργοποιούν τα Τ λεμφοκύτταρα του οργανισμού έναντι των Β κυττάρων του λεμφώματος.

Στοχευμένη θεραπεία χρησιμοποιείται ιδίως στα λεμφωματα χαμηλής κακοήθειας με φάρμακα όπως το Ibrutinib, acalabrutinib, idelalisib, venetoclax, lenalidomide, τα οποία δεν είναι χημειοθεραπευτικα αλλά στοχεύουν σε ειδικά μοριακά μονοπάτια. Αναπτύσσονται και καινούργια.

Η μεταμόσχευση αιμοποιητικών κυττάρων (stem cells): χρησιμοποιούνται τα ίδια τα αρχέγονα κύτταρα του οργανισμού σε μια προσπάθεια πλήρους εξάλειψης των καρκινικών κυττάρων μετά από μεγαθεραπεία. Γίνονται προσπάθειες με τεχνικές κάθαρσης του μοσχεύματος ώστε να μην περιέχει λεμφωματικα κύτταρα. Αυτός ο τύπος μεταμόσχευσης δεν απαιτεί χειρουργική επέμβαση, αφού το μόσχευμα λαμβάνεται μετά από κινητοποίηση με ένα παράγοντα που λέγεται G-CSF, αλλά και με άλλους και τελικά η λήψη γίνεται από το αίμα. Η αλλογενης μεταμόσχευση, δηλ από δότη σπάνια εφαρμόζεται και μόνο σε υποτροπή μετά από αυτολογη.

CAR T-cell: Σε αυτή τη θεραπεία, κύτταρα του ανοσοποιητικού που ονομάζονται Τ λεμφοκύτταρα αφαιρούνται από το αίμα του ασθενούς και τροποποιούνται γενετικά  στο εργαστήριο ώστε  να εκφράζουν  συγκεκριμένους υποδοχείς (που ονομάζονται χιμαιρικοί υποδοχείς αντιγόνου ή CARs) στην επιφάνειά τους. Αυτοί οι υποδοχείς προσκολλουνται σε πρωτεΐνες στην επιφάνεια των κυττάρων του λεμφώματος και ενεργοποιούν την ανοσολογική αντίδραση στον ασθενή. Υπάρχουν ήδη ενθαρρυντικά αποτελέσματα έναντι ορισμένων λέμφωμα των που δύσκολα αντιμετωπίζονται.

Χειρουργική εκτομή δεν έχει θέση στην αντιμετώπιση των λεμφωμάτων, εκτός από τις περιπτώσεις επιπλοκών πχ απόφραξης εντέρου από μία μάζα, που είναι πολύ σπάνιες. Να σημειωθεί ότι υπάρχουν  και περιπτώσεις περιορισμένων, χαμηλής κακοήθειας λεμφωμάτων στα οποία η θεραπεία δεν αρχίζει αμέσως, αλλά μετατίθεται, μετά από περίοδο παρακολούθησης, για μελλοντική χρονική στιγμή ανάλογα με ορισμένα κριτήρια.

Οι θεραπείες δίδονται σε κύκλους, συνήθως 6 ή περισσότερους.

Μετά το τέλος της θεραπείας γίνεται παρακολούθηση σε τακτά διαστήματα. Προσοχή στην επανεμφάνιση των αρχικών συμπτωμάτων ή νέων λεμφαδένων (κίνδυνος υποτροπής).